Φιλική διαδικτυακή κουβέντα με τον υποψήφιο Δήμαρχο κ. Αλέξη Καλοκαιρινό. Αφορμή αυτής πρώτης γραπτής «παρενόχλησης» πήρα από το όνομα του ψηφοδελτίου «ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ»
Ερώτημα :Πως θα διαχειριστείτε αυτά τα αντικρουόμενα Δικαιώματα;
Του Σήφη Φανουράκη*
«Υπάρχει πολιτική του χώρου γιατί ο χώρος είναι πολιτικός»
(A . Lefevre)
Σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο R. Park, το «δικαίωμα» στην πόλη είναι : «η πιο συνεπής, η πιο συνολική, και η πιο επιτυχημένη προσπάθεια του ανθρώπου να ανακατασκευάσει τον κόσμο στον οποίο ζει ώστε να συμφωνεί περισσότερο με τις επιθυμίες του».
Στην πόλη του Ηρακλείου ό,τι απόμεινε από την ιστορία της και τη συλλογική μνήμη της, κατεδαφίζεται καθημερινά, στα πλαίσια μιας γενικότερης κοινωνικής κατεδάφισης.
O Δημόσιος χώρος κατακλύζεται, από τα πλαστικά «σκηνικά ομοιώματα» (τέντες, πλαστικά, επιγραφές, διαχωριστικές πλαστικές κατασκευές) μπροστά στα κτήρια, ιδιαίτερα στα ιστορικά και στους κοινόχρηστους χώρους, που επιβάλλουν μια ριζοσπαστική «απολιτιστικοποίηση» του ιστορικού χώρου.
Και κάπως έτσι, η ποιότητα της αστικής ζωής υποθηκεύεται από το εμπόρευμα και τον καταναλωτισμό και από την δράση των οικονομικών ομάδων.
Αν θέλει κάποιος να επιμερίσει ευθύνες θα πρέπει η γνωρίζει ότι, από την πλευρά τoυ Δήμου λειτουργεί ο φόβος του «πολιτικού κόστους». Από την πλευρά όλων των Μηχανικών λειτουργεί μια άκρατη «επιθετικότητα» σε ότι προστατεύεται, στο όνομα της εμπορευματοποίησης. Από την πλευρά της «αγοράς» λειτουργεί η προάσπιση των συμφερόντων της με κάθε κόστος. Από την πλευρά των δημοσίων λειτουργών εμφανίζεται μια «δειλία» στο να προστατεύσουν την ιστορία του ιστορικού κτισμένου περιβάλλοντος.
Ο συνδυασμός αυτής της κοινωνικής «παθολογίας» ευνοεί την επιβίωση μιας εφήμερης ασημαντότητας του κτισμένου περιβάλλοντος που μας περιβάλλει. Και έτσι σ΄αυτή την πόλη – «παλίμψηστον», ο οποιοσδήποτε νομιμοποιείται να κατασκευάσει ότι ακριβώς θέλει και με την συμμετοχή των «ειδικών».
Για την πόλη του Ηρακλείου, το «δικαίωμα στην πόλη» σημαίνει, πολύ περισσότερα πράγματα από το δικαίωμα της πρόσβασης στην «κληρονομιά» (πολιτιστική ή οικονομική) που αυτή ενσωματώνει. Είναι ένα συλλογικό δικαίωμα, αφού η αλλαγή της πόλης βασίζεται στην άσκηση συλλογικής εξουσίας.
Και βέβαια η «όποια» διεκδίκηση του δικαιώματος στην πόλη εννοείται μόνο, ως διεκδίκηση διαμόρφωσης της αστικοποίησης και των τρόπων με τους οποίους αυτή η πόλη έχει συσσωρεύσει τις διάφορες «κληρονομιές» της.
Είναι γνωστό από την άλλη ότι, όλες οι πόλεις από την γέννησή τους εμφανίστηκαν μέσω των κοινωνικών και υλικών συσσωρεύσεων και η αστικοποίηση υπήρξε πάντα ένα ταξικό φαινόμενο, δεδομένου ότι, τα υλικά πλεονάσματα έχουν απαλλοτριωθεί από «κάποιους» και τυπικά ανήκουν σε «λίγους».
Άλλωστε και στην πόλη μας, σε όλες τις φάσεις ανάπτυξής της, η αστικοποίηση επέφερε σημαντικούς μετασχηματισμούς στον τρόπο ζωής της : η ποιότητα της αστικής ζωής έχει γίνει εμπόρευμα για λίγους ενώ η ίδια η πόλη αποτελεί, ένα «τόπο» όπου, ο καταναλωτισμός και ο τουρισμός, έγιναν μείζονες όψεις της αστικής πολιτικής.
Η πόλη μετατράπηκε σε τόπο κατανάλωσης και ταυτόχρονα σε πεδίο κατανάλωσης του τόπου, όπου τα εμπορικά κέντρα και γενικά οι εμπορευματοποιημένες περιοχές, πολλαπλασιάζονται όπως και τα καταστήματα ταχυφαγίας, ή οι χώροι «ειρήνευσης μέσω ενός καφέ».
Το «δικαίωμα στην πόλη» έχει περάσει πλέον στα χέρια ιδιωτικών και ημι-ιδιωτικών συμφερόντων, τα οποία την αναμορφώνουν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους και με «αναπλάσεις» και πεζοδρομήσεις, που ανατρέπουν την υπάρχουσα αξία γης διαμορφώνοντας νέες αξίες. Ταυτόχρονα όμως, «θέλγουν» τους τουρίστες χωρίς να επιτελούν καν το πραγματικό τους ρόλο.
Η καθημερινή ζωή σε τούτη εδώ την πόλη, με τα προάστια, τη μονοτονία των μεγάλων εμπορικών κέντρων, τις «χλιδάτες» μορφές της αστικής αρχιτεκτονικής, τη «γαλήνη ενός αστικού πάρκου», ασφαλώς και παθητικοποιούν την σκέψη και την πολιτική δράση.
Αυτή η πόλη, έχει μεταβληθεί πλέον σε «ομοιογενή τόπο» ενός μοναδικού επιπέδου οικονομικών υπηρεσιών και αποτελεί ένα σύστημα συσσώρευσης οικονομικών δραστηριοτήτων στο έδαφος.
Είναι σαφές ότι, τα προβλήματα μιας πόλης δεν θα πρέπει να ενδιαφέρουν τους κατοίκους, της παρά μόνο ως προβλήματα πολιτικής του χώρου γενικά.
Η δε πολιτική θα πρέπει να θεωρείται, ως πρόβλημα των επιλογών, των πολιτικών θεσμών της πόλης. Και έτσι η πολιτική γίνεται επιλογή και θέληση της κοινότητας στο «δικαίωμα» στην πόλη και στον χώρο της. Γίνεται σημαντικός πρωταγωνιστής στην μετατροπή του αστικού χώρου και συσσωρευτής προόδου, κοινωνικής εμπειρίας, συλλογικής μνήμης και κοινωνικής και ταξικής θέλησης.
Αν θεωρήσουμε την πόλη ως έργο των χεριών και της νόησης του ανθρώπου, θα πρέπει να αποδεχτούμε ότι όλα όσα συσσωρεύονται στο «σώμα» της, αποτελούν δείκτες προόδου. Όμως κάτι τέτοιο δεν αποκλείει την ύπαρξη διαφορετικών αξιολογήσεων αυτής της προόδου, αλλά και διαφορετικών αξιολογήσεων των πολιτικών επιλογών.
Έτσι, η πολιτική συνιστά το πρόβλημα των επιλογών και γίνεται σημαντικός παράγοντας στην εξέλιξή της πόλης του Ηρακλείου.
Είναι σαφές λοιπόν ότι, η σημερινή διαμόρφωση της πόλης μας εμφανίζεται, ως η συνισταμένη εφαρμοζόμενων πολιτικών ενώ τα διαφορετικά σχέδια δια-καθορίζουν την εξέλιξή της. Η σχέση βέβαια μεταξύ των «σχεδίων» και της πόλης πρέπει να κρίνεται παράλληλα με την ανάπτυξή της, αλλά και με τις σημειακές παρεμβάσεις – αναπλάσεις που κάθε τόσο υιοθετούνται από τα «θεσμικά» όργανα του Δήμου.
Είναι σαφές επίσης ότι, όλα τα παραπάνω που αποτελούν συνισταμένη της κατασκευής αλλά και της εικόνας της πόλης, είναι αποτέλεσμα των πολιτικών επιλογών των θεσμικών οργάνων της εκάστοτε Δημοτικής Αρχής.
Στο ερώτημα δε, ποιος τελικά επιλέγει την εικόνα και τη λειτουργία της πόλης, η απάντηση είναι απλή : η ίδια η πόλη, αλλά πάντα και μόνο μέσα από τους πολιτικούς θεσμούς της, δια των οποίων εφαρμόζονται οι πολιτικές επιλογές της εκάστοτε Δημοτικής Αρχής, οι οποίες δεν είναι «ουδέτερες» και αποτελούν σημαντικούς πρωταγωνιστές στη λειτουργία της πόλης.
Μάλιστα η ιστορία της πόλης επιβεβαιώνει το βασικό γεγονός ότι, ο δεσμός που ενώνει τον πολίτη με την πόλη του είναι κύρια πολιτικός και διοικητικός και όχι μόνο δεσμός κατοικίας. Τα προβλήματα της πόλης που απασχολούν τους πολίτες, είναι κύρια τα προβλήματα πολιτικών επιλογών για την επίλυση των προβλημάτων του χώρου γενικά και ειδικά : από τον κάδο σκουπιδιών, το δεντράκι της γειτονιάς και του πάρκου, των χώρων στάθμευσης, την διαχείριση του Δημόσιου χώρου, κ.λ.π. .
Είναι άραγε σαφές σε όλους ότι, στην πόλη μας οι πολιτικές του χώρου που «υιοθετούνται» από τα θεσμικά όργανα» του Δήμου, θα πρέπει πρώτα και κύρια να ικανοποιούν τις καθημερινές ανάγκες των κατοίκων της, και όχι τα συμφέροντα οικονομικών ομάδων ;
Είναι άραγε σαφές ότι, η ιδέα του δημόσιου χώρου ως «δημόσια σφαίρα» και πεδίο πολιτικής συζήτησης και συμμετοχής και ως θεμέλιο μιας δημοκρατικής δημοτικής διακυβέρνησης, έχει χειραγωγηθεί από τις οικονομικές δυνάμεις ;
Είναι άραγε σαφές ότι, η σημερινή εικόνα της πόλης δεν είναι αποτέλεσμα «διαλόγου» αλλά των υλικών συσσωρεύσεων και της αστικοποίησης, που πάντα υπήρξε ένα ταξικό φαινόμενο όπου, τα υλικά πλεονάσματα έχουν απαλλοτριωθεί από «κάποιους» και τυπικά ανήκουν σε «λίγους» ; Και για ποιο «διάλογο» μιλάμε ;
Εύλογα προκύπτει το ερώτημα για τους «ειδικούς», πως ο φυσικός σχεδιασμός του δημόσιου χώρου, ευνοεί την συμμετοχή στα κοινά, την σκέψη και την πολιτική κινητοποίηση ακόμα και τη δυνατότητα εξέγερσης ;
*Σήφης Φανουράκης, αρχιτέκτονας-μηχ. – επιτ. Διευθυντής ΥΠΠΟ